Η ταινία «Γνήσιο Αντίγραφο» του Abbas Kiarostami μοιάζει να βρίσκεται σε ανοιχτό διάλογο με ένα κείμενο στη FAQ της προηγούμενης εβδομάδας, που μιλούσε για τη φυσική ροπή
μας να αποφεύγουμε αυτό για το οποίο προοριζόμαστε από τη γέννησή μας: απλά να
υπάρχουμε ο ένας κοντά στον άλλο και αυτή η συνύπαρξη να αποτελεί δώρο και όχι
την τελευταία εναλλακτική μας.
Σε αυτό το τόσο…γνήσιο κειμενάκι,
συζητούνται οι ανθρώπινες σχέσεις και η ροπή που έχουν οι άνθρωποι να ελκύονται
από το περίπλοκο, την εμμονή, αυτό που τους εξαπατά και τους αφήνει γυμνούς και
εκτεθειμένους. Ίσως αυτή η στάση να είναι πιο εύκολη, αφού απαιτεί λιγότερη
προσωπική δουλειά και τον καθησυχασμό ότι πάντα θα εμπλεκόμαστε σε καταστάσεις
που μας πονούν-να και κάτι σταθερό σε μια καθημερινότητα με τόσο ευαίσθητες
ισορροπίες. Τέτοιες καταστάσεις, ο ίδιος ο συγγραφέας του κειμένου το υπονοεί,
μας βοηθούν πολύ. Στρώνουν το δρόμο προς τη συνειδητοποίηση ότι το απλό μπορεί
να είναι το πιο δύσκολο, αλλά αποτελεί το αίτημα κάθε ανθρώπου που έχει
αναλωθεί σε επαφές που τελικά αποδεικνύονται ανάξιές του.
Όταν, λοιπόν κάποιος τύχει να διαβάσει το κειμενάκι και μετά
παρακολουθήσει και την ταινία, νιώθει πως δίνονται απαντήσεις σε αρκετές
ανησυχίες που αναδύονται. Κυρίως…τι είναι γνήσιο και τι όχι; Η τέχνη και οι σχέσεις χωρίζονται σε πρωτότυπα
και υποδεέστερα αντίγραφα ή θα είναι το φίλτρο των ματιών μας εκείνο που θα το
αποφασίσει;
Οι πρωταγωνιστές στο «Γνήσιο Αντίγραφο» προσπαθούν, ο καθένας από την
πλευρά του, να απαντήσουν. Ουσιαστικά θέτουν το ερώτημα αν η ίδια τους η ύπαρξη
είναι γνήσια και αν η προηγούμενή τους ζωή ήταν επίσης. Από την πρώτη στιγμή
της συνάντησής τους, σαν να διαβλέπουν και οι δυο ότι ανοίγουν την πόρτα στην
ευκαιρία να απαντήσουν. Η έλξη είναι μοιραία και η ψυχική επαφή αιωρείται στην
οθόνη και μας αγκαλιάζει.
Οι δυο τους διαφωνούν ριζικά ως προς το κατά πόσο ένα αντίγραφο μπορεί να
είναι αντάξιο του αληθινού. Ο συγγραφέας, σε ο,τι αφορά την τέχνη, υποστηρίζει
πως η γνησιότητα ενός έργου συλλαμβάνεται και κατοχυρώνεται ακριβώς τη στιγμή
που ενώνεται εκείνο με το θεατή. Από το χορό των δύο τους, σώμα με σώμα,
γεννιέται κάτι νέο, που έχει διαμορφωθεί και από τους δυο. Η σημασία του δεν
είναι δυνατό να αντικειμενικοποιηθεί αλλά σχετίζεται άμεσα με το φιλότεχνο
υποκείμενο.
Το ίδιο φαίνεται να συμβαίνει και στην τέχνη των ανθρώπινων σχέσεων. Στην
αρχή της ταινίας, οι δυο πρωταγωνιστές μιλούν για την απλότητα και πως αυτή
φαίνεται ό,τι πιο γνήσιο. Ίσως γιατί παραμερίζονται στην άκρη οι αναλύσεις, οι
συνεπαγωγές και οι υποθέσεις και αφυπνίζεται το ένστικτο. Κατ’ αυτόν τον τρόπο,
είναι δυνατό ένας καθημερινός άνθρωπος, βαρετός για άλλους, (ο σύζυγος της
αδερφής της πρωταγωνίστριας), να βιώνεται από τη σύζυγό του ως ο,τι πιο γνήσιο
εκείνη έχει ζήσει.
Γνήσιο φαίνεται να είναι το απλό, αυτό που δεν αναλύεται, ο αμοιβαίος
μαγνητισμός μέσα από την ανταλλαγή δυνάμεων και όχι ξερού λόγου, το να ακουμπάς
στον άλλο χωρίς φόβο. Το πιο δύσκολο σε αυτή την εποχή, που ίσως όμως είναι δυνατό
να βιωθεί, φτάνει, όπως οι πρωταγωνιστές να έχουν τη διάθεση να ξαναζήσουν όλα
τα περασμένα τους, πιο εμπρόθετα παρόντες.
Οι ιδέες αυτές ίσως παραπέμπουν σε μία πολύ εύστοχη φράση στο ντοκυμαντέρ
«We don’t care about the music anyway», όπου ένας
καλλιτέχνης αναφέρει πως η τέχνη δημιουργείται όταν μία ανάμνηση του θεατή
συναντιέται με την ανάμνηση του καλλιτέχνη. Έτσι και στην ταινία, οι δυο
πρωταγωνιστές, παριστάνοντας το παντρεμένο ζευγάρι, μετά από πρωτοβουλία της
γυναίκας και περιπλανώμενοι στην πανέμορφη φύση της Τοσκάνης, βρίσκονται σε
έναν οργασμό δημιουργίας. Αναπαράγουν τις αναμνήσεις τους, γνωρίζοντας, σε ένα
βαθύτερο επίπεδο, πως από αυτή την αμοιβαία εκμυστήρευση θα προκύψει κάτι
νέο. Ο ένας ακουμπάει στον άλλον και
αποκρυσταλλώνεται στα λόγια και στις πράξεις η κοινή τους ουσία. Όλο αυτό ήταν
γνήσιο, γιατί, μεταξύ άλλων, το βίωσαν όσο πιο συνειδητά μπορούσαν. Ίσως να μην
ήταν το πιο ελκυστικό, μάλλον τους πόνεσε, όμως με ένα γλυκό πόνο. Πάντως ήταν
επιλογή τους.
Και όταν όλα είναι πρωτόγνωρα, όπως στην περίπτωση του μικρού γιού,
εκείνος το δηλώνει ρητά, είναι παρών και βλέπει, αν και η μητέρα του ανησυχεί
για το αντίθετο. Ούτε η φράντζα του, ούτε η παιχνιδομηχανή τον εμποδίζουν αρχικά
να οσφρανθεί και έπειτα να κάνει μια βουτιά στην αίσθηση του ότι ζει, τη δεδομένη
στιγμή ένα έργο τέχνης. Για εκείνον, τέχνη μπορεί να είναι το ότι η μητέρα του
αρχίζει να ερωτεύεται μια πατρική φιγούρα και να μεταμορφώνεται από πάνω ως
κάτω σε δευτερόλεπτα (όντως, οι Κάννες είχαν δίκιο για την Juliette Binoche), ή το άγαλμα στο σιντριβάνι.
Η απόσταση που διατηρεί από τη μητέρα του, όταν περπατάνε, για εκείνον
ισοδυναμεί με περιφρούρηση του ζωτικού
χώρου, αν και ίσως για τη μητέρα σημαίνει μια ανοιχτή πληγή. Παρακολουθώντας
αυτή την εικόνα, ο συγγραφέας την θεώρησε ένα έργο τέχνης και εμπνεύστηκε,
μεταξύ άλλων, για τις ιδέες του.
Το παιδί είναι άκαυτο από προηγούμενα πρότυπα-αναμνήσεις των οποίων
επιθυμεί να δημιουργήσει πιστά
αντίγραφα. Το γνήσιο είναι μέσα του και συνομιλεί με τις αλήθειες έξω από αυτό.
Αντίθετα, η μητέρα έχει απόλυτη ανάγκη τα πιστά αντίγραφα, ώστε να
ανακατασκευάσει τα πρωτότυπα, το ίδιο και ο συγγραφέας. Λαμβάνοντας, όπως
είπαμε και στην αρχή, τις απαραίτητες αποστάσεις, αρχικά, αμύνονται στην
αλήθεια που τους επιτάσσει να την αναδιαμορφώσουν. Τελικά, δημιουργούν τα πιστά
αντίγραφά τους και μπορεί αρχικά να τους φαίνεται τόσο άβολο όσο και την ίδια
στιγμή φυσικό, αλλά αναβιώνοντας τα πρωτότυπά τους, εξισορροπούν την απόσταση,
που, για να είναι ιδανική πρέπει να υπάρχει ένα μέτρο. Η κυρία στο καφέ το
λέει, ότι δεν υπάρχει διαρκές ιδανικό σε όλα αυτά, αλλά ιδανικές στιγμές και
μία γνήσια αίσθηση.
Άρα, σαν να αρθρώνουν, ως απάντηση στο αρχικό ερώτημα, ότι το γνήσιο είναι
να βιώνεις κάτι διατηρώντας τη διάθεση και σε κάποιες στιγμές την ικανότητά σου
να συλλογίζεσαι, την ίδια στιγμή, πάνω σε αυτό. Η απόσταση δεν είναι η μόνη
διάσταση που παίζει ρόλο, αλλά και η φορά. Διαφορετικό είναι, εκ μέρους της
πρωταγωνίστριας, να σου έχει το αγόρι γυρισμένη την πλάτη, διαφορετικό να
αντιμετωπίζεις τον σύντροφό σου κατά μέτωπο και τέλος να είναι δίπλα σου, να
αισθάνεσαι στον ώμο του την παρουσία σου χωρίς να σε πιέζει η αφή. Να αφήνεσαι
να εκπλαγείς από την τέχνη της στιγμής.
6 σχόλια:
Καλησπερα Evi και συγχαρητηρια για το μπλογκ σου!
Δυστυχως τo "Certified Copy" δεν το εχω δει ακομα.Δε με ενθουσιαζει το σινεμα του Kiarostami, αλλα απ' οτι εχω ακουσει ειναι τελειως διαφορετικη απο τις αλλες ταινιες του.Η Juliette Binoche μια απο τις πολυ αγαπημενες μου ηθοποιους.Μου φαινεται πως θα τρεξω να τη δω το Σαββατο.Πολυ ωραιο το κειμενο σου.
Καλο βραδυ :)
Έριξα μόνο φευγαλέες ματιές στο κείμενό σου, απλά και μόνο γιατί δεν έχω δει την ταινία (ασυγχώρητος). Κάτι μου λέει πως θα μου αρέσει. Σίγουρα μου αρέσει το blog σου. Καλή συνέχεια, λοιπόν, και θα τα λέμε συχνά, ελπίζω.
Μonsieur Hulot:
Ευχαριστώ πολύ για τις όμορφες κουβέντες και το δικό σου blog με το ωραίο γούστο, την καθαρή έκφραση και τις με μεράκι φτιαγμένες λίστες..Δυστυχώς δεν έχω παρακολουθήσει κάποια άλλη ταινία του δημιουργού, θα με ενδιέφερε κάποια πρόταση από τις προηγούμενές του που θεωρείς αντιπροσωπευτική. Το Taste of cherry φαίνεται να λέει μια ενδιαφέρουσα ιστορία. Καλή προβολή αν πας τελικά, το blog θα περιμένει εντυπώσεις..
theachilles,
σε ευχαριστώ! Χαμογελάω γιατί είχα παρόμοια συμπεριφορά απέναντι στα δικά σου κείμενα. Επειδή νομίζω οτι έχεις μια ιδιαίτερη, εικονοπλαστική και έτοιμη για συνειρμό ματιά και γραφή,είναι καλό να διαβάζεσαι εκ των υστέρων, στον αναστοχασμό! Άλλωστε, τι πιο ωραίο από το να βλέπεις ένα φιλμ tabula rasa. Θα συνομιλούμε, λοιπόν, με αφορμή τα φιλμ...
Ευη σου προτεινω ανεπιφυλακτα τα Nema-ye Nazdik (Close-up) και Bad ma ra khahad bord.Το "Taste of.." δεν το εχω δει, αλλα πολυ θα το ηθελα.
Γεια σου Evi Avd.,
Πολύ όμορφο το blog σου και ακόμα πιο ενδιαφέρον το περιεχόμενό του.
Ενδιαφέρουσα σα φιλοσοφικό δοκίμιο η ταινία, αλλά τη βρήκα πολύ εγκεφαλική για να μου αρέσει πραγματικά. Πάντως, απέχει αρκετά από τις προηγούμενες δημιουργίες του Kiarostami.
Monsieur Hulot, moody:
Από τα σχόλιά σας έχω μεγάλη περιέργεια να δω και τις υπόλοιπες ταινίες του.
moody:
Καλως ήλθες και σε ευχαριστώ.
Το σχόλιό σου με βρίσκει σύμφωνη, αφού η αποσεξουαλικοποίηση τωνχαρακτήρων ήταν έντονη και όποια συναισθήματα θα μπορούσαν να είναι ακραία άρα και ελκυστικά αποκρυσταλλώθηκαν ως συλλογισμοί.
Ίσως η ταινία να πραγματεύεται τον απόηχο, το απόσταγμα της σχέσης ενός ζευγαριού. Μετά το τέλος του πάθους που συνοδεύει τη δημιουργία ενός έργου τέχνης ή μιας σχέσης, την αγωνία για έκφραση ή κατακράτηση των επιθυμιών, όλο αυτό είναι δύσκολο να γοητεύσει και να προσελκύσει. Φαίνεται περισσότερο σαν ένας γλυκόπικρος συλλογισμός.
Στον αντίποδα της προσέγγισης του φιλμ, συνειρμικά έρχεται στο νου η Frida, με τις γλαφυρές απεικονίσεις σύλληψης ενός έργου τέχνης, σε συναντηση με το ξεδίπλωμα των φαντασιώσεων της ζωγράφου...
Δημοσίευση σχολίου