Τρίτη 27 Σεπτεμβρίου 2011

Ανεκτίμητο σαν όλο το τσάι της Κίνας



Έργα και ημέρες ενός εσωστρεφούς και ευαίσθητου μουσικού, που εδώ και 20 χρόνια, πέρα από τα sountracks που έχει κατά καιρούς επιμεληθεί μας έχει προσφέρει σπαραχτικά απλά μουσικά κομμάτια-ερωτικά παραμύθια με χιούμορ και αυτοσαρκασμό.
Όπως τα μέταλλα από τα βουνά του Βόρειου Πόλου προσελκύουν τη βελόνα της πυξίδας, όσοι ερωτεύτηκαν επιθυμώντας να πιουν όλο το τσάι της Κίνας  ένιωσαν την παράξενη ενέργεια από τα μαγνητικά πεδία του Stephin Merritt, frontman των Magnetic Fields. Σε αυτό τα μουσικό ντοκιμαντέρ, ο μυστηριώδης και ανατρεπτικός  καλλιτέχνης μας προσκαλεί στο σπίτι του να ... «πάρουμε αυτί» κάποιες πρόβες, ενώ μας αφήνει να αράξουμε με άνεση στον καναπέ του χωρίς να ανησυχούμε μήπως σπάσουμε κάποιο βινύλιο. 
Γνωρίζουμε τα υπόλοιπα μέλη της μπάντας και την ευρηματική καλλιτέχνιδα και καρδιακή του φίλη Claudia Gonson, ξαναζώντας τα τρελά τους νιάτα. Έχουμε την ευκαιρία να μάθουμε την ιστορία μερικών αγαπημένων κομματιών που, όπως πολλοί λένε, κάθε 20something είχε σιγοτραγουδήσει την προηγούμενη δεκαετία μετά από μία ερωτική απογοήτευση. Μετά το τέλος του φιλμ δικαιωνόμαστε, γιατί ο,τι μπορεί να πιστεύαμε για την ευαισθησία του και την αυθεντικότητά του βγαίνει αληθινό.

Move-it: Αναζητήστε την ταινία Out there 

Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου 2011

Αμνηστία στο ξέπλυμα ψυχών




Συμπύκνωση της προβληματικής από τη συνάντηση τριών χωρών, παλιών γνωστών, η πολυαναμενόμενη ταινία του Bouyar Alimani, Amnistia, ελληνογαλλοαλβανικής παραγωγής, διηγείται μια ιστορία αγάπης με φόντο τα Τίρανα. Η πόλη σε κατάσταση στάσιμη όπως μία λίμνη με βαλτώδη νερά, ανάμεσα σε δύο ανθρώπους που τους ενώνουν αρχικά κλουβιά, αλλά και τόσα άλλα. Αφορμή της συνάντησης δύο ιδρύματα δημόσια, καταρρέοντα, ένα νοσοκομείο και μία φυλακή και στη μέση η καρδιά να τα ισορροπεί, με την ανεργία σίγουρη πληγή και μαθήματα για το τι σημαίνει να δίνεις ένα χέρι βοηθείας. Ζητούν αμνηστία για να ξεπλύνουν την ψυχή τους.
O ορισμός της Αμνηστίας: Απαλλαγή από ποινή.... Μεταμφιεσμένο με το γλυκερό ντύσιμο της γενναιοδωρίας, κάποια ύπαρξη νομιμοποιείται να αποφασίσει για το δικαίωμα της ελευθερίας μίας άλλης. Όρος που προκαλεί ανακούφιση και θυμό ταυτόχρονα, έτσι που τελικά να νιώθεις ότι η αλήθεια δεν βρίσκεται στο δίπολο αλλά κάπου αλλού. Πώς όμως μπορείς να προσφέρεις ή να στερήσεις κάτι που δεν έχεις βιώσει;
 Αμάρτημα και τιμωρία, το γνωστό μοτίβο, επαναλαμβάνεται εδώ χαμηλόφωνα και εγείρει το ερώτημα της κατοχής του δικαιώματος για ζωή στον οποιοδήποτε. Τα νήματα διάφορων ανθρώπινων ζωών, αλλά πιο γερά και άλλα πιο εύθραυστα, άλλα σκούρα, άλλα λευκά,  αλλά πολύχρωμα, τολμούν να μπερδευτούν, κάτω από περίεργες συνθήκες, όπως όλες συναντήσεις που έχουν πεπρωμένο να χαράξουν ένα βαθύ αυλάκι.
Δύο διαφορετικές υπάρξεις, ένας άντρας και μία γυναίκα και ανάμεσά τους μια ροή που τα ευρήματα σε κάποιο ντουλάπι διαπιστεύουν ότι είναι φυσική. Για πριν και μετά τη συνάντησή τους οι εικόνες μιλούν: άλλοτε το νερό ήταν αδύνατο να κυλήσει, σαν μια στάλα νερό αβοήθητη, άλλοτε αγκομαχούσε όπως μια βρύση που στάζει ή ένα χαλασμένο πλυντήριο, και ήταν το αμοιβαίο κράτημα που άφησε την ελευθερία να τρέξει. Πριν οι παραβιάσεις ήταν διάχυτες, με βλέμμα και με λόγια, με πράξεις και με σιωπές.
Μία μητέρα σε κρίση, που θήλασε λίγο παραπάνω τα παιδιά της, γιατί γνώριζε την επιτακτική ανάγκη να τους στερεί πολλά. Τα φρόντισε τόσο καλά και το ήξερε, ξεπλένοντας έτσι τις τύψεις για την ευτυχία της. Με ένα σύζυγο παιδί παρατημένο από τον ίδιο, που εκείνη έχει καθήκον να θρέψει. Γυναίκα με ανθρώπους λιγοστούς κοντά της, δίνει στον καθένα ο,τι μπορεί να αντέξει, αλλά το όριό της είναι σαφές. Με  μία φίλη που δεν την καθρεφτίζει κατά μέτωπο αλλά από το πλάι, που την έφερε στο δρόμο της η αγνή χαρά με μετουσιωμένο κάθε ίχνος ανταγωνισμού. Ένας άνθρωπος που δέχεται την επίθεση του άλλου αφού εκείνος έχει διαισθανθεί την πεπερασμένη εκ προοιμίου αντοχή που της δίνει η δύναμή της να τηρήσει τις ισορροπίες. Μία γυναίκα που περιμένει. Και ο άντρας μόνος, έρχεται γιατί ξέρει πως εκεί υπάρχει αλήθεια.
Σε ένα κοινό μπουκάλι ανακατεύουν πικρό, αλμυρό και γλυκό, το προσέχουν αρκετά καλά, ο ένας φιλτράρει τα κατάλοιπα του άλλου. Αφήνουν το μίγμα να χυθεί στη θάλασσα και ένα παιδί σε μια βάρκα το παρατηρεί. Φεύγεις από την αίθουσα με μία πίπιζα να σε σπαράζει, υπογραμμίζοντας ότι η πραγματικότητα είναι σκληρή αλλά και απελευθερωτική. Με μελωδία κάπου ανάμεσα στη τζαζ, στην ηπειρωτική παράδοση και στην αλβανική. Να μας κάνει να βλέπουμε κάθε κρίση αλλιώς και να μη ζητάμε αμνηστία αλλά προσωπικό δικαίωμα.

 www.moveitmag.gr: Τι είδαμε στις Νύχτες Πρεμιέρας

Δευτέρα 19 Σεπτεμβρίου 2011

Αφιέρωμα The Trial: Η λυτρωτική ροή της κρίσης






Σε μία κατάμεστη αίθουσα, οσμίζεται κανείς την κλασσική ποιότητα από την αύρα σεβασμού που  εκπέμπουν οι περισσότεροι θεατές. Ακόμα και κάποιοι δύσπιστοι διπλανοί ψίθυροι φωλιάζουν στις θέσεις τους μπροστά στα πολυεπίπεδα νοήματα, στο βλέμμα το Πέρκινς και στον καθηλωτικό ρυθμό.  Το Adagio in G., με την υπόγεια απόγνωσή του, πέφτει μαζί με τους τίτλους αρχής και η μικρή ονειρική παραβολή προμηνύει πως ο,τι ακολουθήσει θα αποτελέσει αναμέτρηση και μπλεξιμο ονείρου, εφιάλτη και πραγματικότητας.
Η πλοκή πασίγνωστη, ο δημόσιος υπάλληλος Joseph K. κατηγορείται ξαφνικά από το Νόμο για μία σοβαρότατο ακατονόμαστο έγκλημα που όλες οι φιγούρες αδυνατούν να ντύσουν με μία λέξη, στερώντας του τη λύτρωση από την ενοχή. Προσπαθεί να βρει άκρη με έναν δικηγόρο μακιαβελικό (O Orson Welles σε μεγάλα κέφια) και τρέχει να ξεφύγει αναζητώντας την αλήθεια του,.  Στροβιλίζεται, έτσι, ο ήρωας, επιτακτικά, ανάμεσα σε διφορούμενες Αντρικές και Γυναικείες φιγούρες, αμφιλεγόμενου, ώρες ώρες, συναισθηματικού χρώματος.  
To βιβλίο (1924), διάσημα αμφιλεγόμενο ως προς το πόσο μπορεί να γίνει ανεκτή η κλειστοφοβική ενέργειά του, ίσως προέκυψε από την ανάγκη του Franz Kafka (1883-1924) να συνενώσει τις δύο αντικρουόμενες έννοιες στις οποίες είχε τριφτεί στη ζωή του. Από τη μία οι στεγνές και αντικειμενικές αρχές της δικαιοσύνης σε σύγκρουση με ένα παράλογο γραφειοκρατικό δημόσιο τομέα που προκαλεί απορία για το ό,τι το έκανε αρχικά, επί της ουσίας, πόλο έλξης, πέρα από την προφάνεια της νομιμότητας.
Πεδίο δράσης του Kafka υπήρξε μία Αυστρία τραυματική και καταδιωκτική, όπου έχασε τη ζωή του το 1924 λίγο μετά από την απώλεια της φωνής του, ειρωνικά καθησυχαστικό γεγονός για μια φωνή που δε βρήκε τις ακριβείς λέξεις να εκφράσει τον πόνο της.  Άλλωστε, πρώτα το χαρτί και ύστερα ο Orson Welles, μετουσίωσαν τις καταπνιγμένες συγκρούσεις στην πιο αντιπροσωπευτική, για το συγγραφέα, κραυγή. Η ανταλλαγή ενέργειας μεταξύ Πέρκινς και Ουέλς ήταν τόσο έντονη που ο δεύτερο ντουμπλάρισε τη φωνή του πρώτο, χωρίς ο ηθοποιός να είναι σε θέση να διακρίνει αν ήταν ίδιος ή όχι.




 Ο Antony Perkins, μετά την ανατριχιαστική απεικόνιση της αναμέτρησής του με μητρικές φιγούρες (Psycho, 1960), προχωρά ίσως και ερμηνευτικά, συγκρουόμενος με την πατρική φιγούρα, της οποίας την τιμωρία τρέμει, με ένα ρόλο αντίστιξη στον προηγούμενο. Σοφές επιλογές στους γυναικείους ρόλους οι Jeanne Moreau και  Romy Schneider ως γυναίκες άγγελοι-διάβολοι, αγίες-πόρνες, ενώ η Madeileine Robinson φαίνεται επιβλητική.
Η δήλωσή του Kafka ότι όλο το έργο του είχε ακροατή-στόχο τον πατέρα του (αποκαλυπτική η φράση «παίρνω ο,τι  μου δίνεις γιατί φοβάμαι μη νομίσεις ότι μου έχει λείψει») δικαιολογεί την αναπόφευκτη αναγωγή στον ταραγμένο ψυχισμό του συγγραφέα, μέσα από σύμβολα και αισθήσεις. Δεν τολμάς να κρίνεις την κινηματογράφηση, μόνο αναγνωρίζεις τις γυρισμένες πλάτες των θυμάτων στο Elephant ή τον απεγνωσμένο χαρακτήρα του Ντι Κάπριο στο Inception ή στο Shutter Island, που χρειάζεται να τον υποβαστάξουν δύο πράκτορες για να απελευθερωθεί από τους δαίμονές του.
Νιώθεις τις απολαυστικά ποικίλες αντιδράσεις των θεατών, άλλος στην περιβόητη σκηνή της δίκης βλέπει ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης σε απολυταρχικό καθεστώς, όπου κάποιοι υποχρεώνονται να εξοφλούν το είναι τους, άλλος την κομμουνιστικό γρανάζι να πληρώνει για ένα θλιβερά άναρχο συντονισμό. Κάποιος μπορεί να δει μία  ζεστή λίμνη με ψάρια και την ανικανότητα του Joseph να κολυμπήσει σε αυτή δίχως να νιώσει ακατονόμαστη ενοχή. 





Σύμβολα πολλά, παρατάσσονται και διαπλέκονται, με πιο έκδηλα τα γλωσσικά σημεία παρόντα, για παράδειγμα, από την έναρξη του φιλμ,  στην ακρίβεια της ανάκρισης σε αντίθεση με την ανακρίβειά της κατηγορίας. Ακόμα και το όνομά του μένει στο πατρώνυμο, το επίθετο παραλείπεται, υπογραμμίζοντας την αντίστασή του στο να ταυτιστεί πλήρως με τον πατέρα του.
Σε όλα τα επίπεδα οι ταυτίσεις ρέουν, στο κλάμα με τη γυναίκα που πάντα κοιτά πλάγια κουβαλώντας με ένα γλυκό τρόπο βαρύ φορτίο και του προσφέρει τη θάλασσά της την οποία εκείνος δεν μπορεί παρά να την απαρνηθεί, αφού ούτε και το νερό έχει βαφτιστεί. Τα διχοτομημένα βλέμματα των γυναικείων φιγούρων των καθρεφτίζουν παρηγορητικά, αγνά προκλητικά,  αδύναμα, αναδύοντας μια αρχέγονη σύγκρουση. Ο Joseph K. είναι προσωρινά ψύχραιμος όποτε τις πλησιάζει και επίσης πρόσκαιρα, σε σχέση με την τελική σκηνή, προτιμά να απομακρυνθεί τρέχοντας. Δεν αργούν και οι προβολές του να τον καταδιώξουν, σε ειρωνικά τζαζ ρυθμούς. Κι εκείνος διεισδύει όλο και πιο βαθιά στη σκοτεινή του άβυσσο.
Η αρρενωπότητα που τον περιβάλλει (δικηγόρος, δικαστής, ανακριτής και δευτερεύοντες χαρακτήρες) δεν του χαρίζει έναν ταιριαστό του αντικατοπτρισμό, ούτε του απευθύνεται όπως θα ήθελε, πάρα τον κάνει να βγάζει γυναικείους λυγμούς όταν τον τιμωρεί με βία. Παίρνει ο Joseph στα χέρια του ένα πατρικό πορτραίτο που τα χέρια του είναι πολύ αδύναμα για να το βαστάξουν. 





Όλα αναμειγνύονται εφιαλτικά και γοητευτικά ταυτόχρονα και το υπόγειο χιούμορ υπενθυμίζει ότι κανένα όνειρο δεν είναι δυσκολότερο από μια βαριά πραγματικότητα. Η ασφυξία που εικονογραφείται δε σε ενοχλεί, αντίθετα, ίσως απελευθερώνει.
Προς το τέλος, δύο άντρες τον συλλαμβάνουν και οδηγούν σε μία ζεστή λίμνη και μετά σε ένα πέτρινο φιλόξενο λαγούμι και μακριά από το βλέμμα τους εκείνος αποφασίζει να απογυμνωθεί και να απελευθερωθεί. Έχει ήδη προλάβει να αρνηθεί τον πατέρα του και φτάνει να θέτει το δίλημμα του ποιος θα τον προστατεύσει σκοτώνοντάς τον. Ο πατέρας, σε μία ύστατη ευκαιρία να πάρει πάνω του την ευθύνη ως δείγμα ότι τελικά τον αγαπά, όπως o Joseph ελπίζει, ή ο ίδιος, παίρνοντας την ευθύνη για τον εαυτό του; H αλήθεια, όπως πάντα, είναι κάπου ανάμεσα, οι καπνοί επισφραγίζουν μία οργασμική κραυγή. Αρμονικά κυκλικά, η στοιχειωτική μουσική σε ξυπνά από τον εφιάλτη και σε οδηγεί προς την πύλη εξόδου. 






Ταυτίζεσαι με ένα δημόσιο υπάλληλο που δε γνωρίζει γιατί ο μεγάλος Άλλος τον κυνηγά ή απλά με έναν άνθρωπο που ετοιμάζεται  να σπάσει τα δεσμά που ένιωθε και να τελειωθεί.  Γνωρίζεις το δικό του μερίδιο ευθύνης αλλά απλά δεν έχεις τη δύναμη να το ονοματίσεις, παρά μόνο όταν μέσα από την ηδονική κατάρρευσή του λυτρωθείς. Τι πιο αληθινό στην παρούσα φάση;

Διαβάσατε περισσότερο