Πέμπτη 13 Μαρτίου 2014

Only Lovers Left Alive

Fever 103°
Pure? What does it mean?
The tongues of hell
Are dull, dull as the triple
Tongues of dull, fat Cerberus
Who wheezes at the gate. Incapable
Of licking clean
The aguey tendon, the sin, the sin.
The tinder cries.
The indelible smell
Of a snuffed candle!
Love, love, the low smokes roll
From me like Isadora’s scarves, I’m in a fright
One scarf will catch and anchor in the wheel,
Such yellow sullen smokes
Make their own element. They will not rise,
But trundle round the globe
Choking the aged and the meek,
The weak
Hothouse bred baby in its crib,
The ghastly orchid
Hanging its hanging garden in the air,
Devilish leopard!
Radiation turned it white
And killed it in an hour.
Greasing the bodies of adulterers
Like Hiroshima ash and eating in.
The sin. The sin.
Darling, all night
I have been flickering, off, on, off, on.
The sheets grow heavy as a lecher’s kiss.
Three days. Three nights.
Lemon water, chicken
Water, water make me retch.
I am too pure for you or anyone.
Your body
Hurts me as the world hurts God. I am a lantern—
My head a moon
Of Japanese paper, my gold beaten skin
Infinitely delicate and infinitely expensive.
Does not my heat astound you! And my light!
All by myself I am a huge camellia
Glowing and coming and going, flush on flush.
I think I am going up,
I think I may rise—
The beads of hot metal fly, and I love, I
Am a pure acetylene
Virgin
Attended by roses,
By kisses, by cherubim,
By whatever these pink things mean!
Not you, nor him
Nor him, nor him
(My selves dissolving, old whore petticoats)—
To Paradise.
Sylvia Plath




Ο έρωτας είναι ένα αιώνιο χάος, συστηματικά συντονισμένο. Την αρχετυπική καρδιά του μας κάνει να ακουμπήσουμε το Only Lovers Left Alive και να νιώσουμε τη γεύση του ζωογόνου σιδήρου του αίματος μέσα μας. H Eva και ο σκοτεινός εαυτός της, η σκοτεινή αδερφική εκδοχή της, είναι μεταξύ τους μόνο ένα φωνήεν, μόνο ένα επιφώνημα μακριά. Κι ο Αδάμ προεκτείνει τα χέρια του ντύνοντας τα με το ξύλο μιας κιθάρας, ώστε να μπορεί εκείνη να τον ακούει σε όποιο πόλο της γης κι αν βρίσκεται. Mε τη σκηνοθεσία του Jarmush να χορεύει στις φλέβες του ζευγαριού και να προσφέρει το ωκεάνιο συναίσθημα που θα προκαλούσαν όλες οι απαγορευμένες ουσίες του κόμου αυτού μαζί.

Στον αιώνιο έρωτα, που παραπέμπει στον εφιάλτη, αφού είναι ζωντανός ενώ κάθε προσδοκία θα ταίριαζε με το θάνατό του, το φαντασιακό παιδί δεν έχει καν πάρει μορφή. Ρέει μόνο στο αίμα τους και ζητά να συλληφθεί. Άλλοτε κοχλάζει, άλλοτε λιμνάζει, με υπόγεια ρεύματα έτοιμα να το ξεδιπλώσουν. Είναι ταγμένο στο μέλλον και ζει γιατί οι δυο τους ποτέ δε μίλησαν γι αυτό. Ο συντονισμός τους έχει επίγνωση της παρουσίας τους και απλώς τους προφυλάσσει από την κατάρρευση μετά από μία δύσκολη στιγμή.

Κατά το Lebovici το φαντασιακό παιδί μορφώνεται από το ασυνείδητο των δύο γονιών (enfant fantasmatique) και διαφοροποιείται από το ιδεατό παιδί (enfant imaginaire), αποτέλεσμα μιας ονειροπόλησης και των συνειδητών ονείρων κατά την περίοδο της εγκυμοσύνης, σε προσυνειδητό ή συνειδητό επίπεδο. Όπως και στο Amour, του Michael Haneke (http://psychografimata.com/12007/to-fantasiako-pedi-tis-agapis/), εδώ υπάρχει ένα παιδί που υπονοοείται, περα από τη σάρκα. Έχει μάτια από μουσική και δέρμα από χαρτί που πάνω του γράψανε κάποιοι μεγάλοι. Έχει φίλους που αγαπά και το αγαπάνε. Και έχει ζήσει η υπόνοιά του αρκετά, ώστε να είναι τόσο σοφό ώστε να μη στραφεί εναντίον ενός από τους δυο γονιούς, έστω κι αν στο Amour αυτό έγινε από απελπισμένη αγάπη. Με τον πατέρα το ίδιο γόνιμο στο να το θρέψει και να του δώσει ζωή. Κληρονομείται διαγενεολογικά, αλλά τελικά έχει να κάνει περισσότερο με τον άντρα και τη γυναίκα, σχετίζεται και μεγαλώνει στο εδώ και τώρα, επανασυλλαμβάνεται συνεχώς. Το γεννά ο χρόνος, που δεν έχει γραμμικότητα. Είναι αγκαλιά με τη μουσική, την ανθρώπινη κατασκευή που όσο κι αν μιλας γι αυτή, πάντα “η γλώσσα σε προδίδει διπλά”.


Οι δυο τους, ζευγάρι βρικολάκων, αίωνια παγιδευμένων ανάμεσα στη ζωή και στο θάνατο, στο ενδιάμεσο του αρρώστου και του υγιούς, επιστρέφουν στην αγνότητα μέσω της κατά βάση πολιτισμένης αφαίμαξης των άλλων. Τους ενώνει η συνενοχή της πράξης για την οποία δε μιλούν ποτέ. Μόνο χορεύουν πάνω στην ουρά της. Σε έναν αγνό Παράδεισο που μυρίζει αίμα και αντί να απαντά-ερωτά.


Βιβλιογραφία


Lebovici, S. (1988). Fantasmatic interaction and intergenerational transmission. Infant Mental Health Journal, 9, (1), 10–19.


Σακελλαρόπουλος, Π. 1998. Σχέσεις μητέρας-παιδιού τον πρώτο χρόνο της ζωής. Αθήνα: Παπαζήσης.


http://www.ksm.gr/%CF%85%CF%80%CE%AC%CF%81%CF%87%CE%B5%CE%B9-%CE%BC%CE%B9%CE%B1-%CF%86%CF%85%CE%BB%CE%AE-%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%B1%CF%86%CF%81%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CF%8C%CF%80%CE%BF%CF%85-%CE%B7-%CE%B7%CE%BC%CE%B5/

http://www.youtube.com/watch?v=zdeNU2bxX18





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Διαβάσατε περισσότερο