O Aslan
κακοποιείται από τους
συμμαθητές του, ενώ στο σχολείο επικρατεί
κλίμα τρομοκρατίας, με κοινωνική δομή
παρόμοια με εκείνη της μαφίας. Όταν
έρχεται ένας καινούριος
μαθητής στην τάξη, οι ισορροπίες αλλάζουν
και ο σπόρος της εκδίκησης καλλιεργείται.
Είναι
πολυάριθμες οι ταινίες που ασχολούνται
με τον “εκφοβισμό” των παιδιών στο
σχολείο (ενδεικτικά ας αναφερθούν τα
El Bola, το Let
the Right One In ή το κλασικό
Elephant). Στο
συγκεκριμένο φιλμ, το πρώτο του Emir
Baigazin, ίσως οι προϋποθέσεις για μα
χαρακτηριστεί με αυτό τον τρόπο ο,τι
του συμβαίνει (ανισορροπία δυνάμεων,
επιμονή στο χρόνο, εμπρόθετη πρόκληση
κακού), σε πρώτη ανάγνωση να πληρούνται.
Σκιαγραφείται έτσι μία σπαραχτική
ιστορία για ένα παιδί που φόρεσε από
μικρός την πιο σκληρή και ψυχρή εκδοχή
του, αφού κλήθηκε να επιβιώσει στον
κόσμο ενός σχολείου, όπου δεν υπήρχε
κανείς να θέσει όρια.
Στη
σχολική ζωή, στις περισσότερες περιπτώσεις
η φυσιολογική επιθετικότητα που
αναπτύσσεται μεταξύ των παιδιών, με
απαρχή τη διεκδίκηση κάποιου κοινού
στόχου, βαφτίζεται από τους μεγάλους
άκριτα“εκφοβισμός”, με χρήση αυτής
της κοινωνικής κατασκευής για να
κατηγοριοποιηθούν εύκολα τα εμπλεκόμενα
παιδιά σε “θύτες”, “θύματα”,
“παρατηρητές”. “εκφοβισμός” μπορεί
πρόχειρα, επίσης, από τους μεγάλους, να
χαρακτηριστεί η βία χωρίς σκοπό, που
δεν εμπεριέχεται σε κανέναν χαρακτηρισμό
που έχει ως βάση τη λογική. Η κυκλικότητα
της βίας διασπάται και σπάει σε πολλαπλούς
πόλους, παγιδεύοντας τα παιδιά σε
“ταμπέλες”, από τις οποίες δύσκολα
δραπετεύουν.
Στο
Harmony Lessons, η
κινηματογράφηση είναι απλώς εντυπωσιακή,
με κάθε πλάνο να θυμίζει κινούμενο
ζωγραφικό πίνακα και την ατμόσφαιρα σε
ένα υπερβατικό επίπεδο που κορυφώνεται
με την ολοκλήρωσή της. Πραγματικά ο
σκηνοθέτης παραδίδει μαθήματα αρμονίας,
τόσο με κυριολεκτικό όσο και με μεταφορικά
ειρωνικό τρόπο: Οι ερμηνείες είναι άψογα
χορογραφημένες, συνεχείς επικλήσεις
σε ένα Θεό που δεν υπάρχει αλλά αιωρείται
πάντα οι υπόσχεσή του. Ως συνήθως, σε
παρόμοιας θεματικής φιλμ, πολύ σοφά οι
γονείς είναι απόντες, ενώ οι υπόλοιποι
ενήλικες δεν έχουν καμία ψυχική
διαφοροποίηση ως προς την ωριμότητά
τους και κυρίως την ικανότητα να
οριοθετήσουν προστατευτικά τους πιο
μικρούς, ενώ στα κάδρα στέκονται παράλληλα
με τα παιδιά, και οι ψυχικές τους πορείες
δεν τέμνονται ποτέ.
Οι
ψυχαναγκασμοί που γεννιούνται στο
εσωτερικό του κεντρικού ήρωα, μήπως
καταφέρει και ελέγξει το χάος γύρω του,
σκιαγραφούνται μέσα από τις νοσηρές
τελετουργίες του, αλλά επίσης, και
κυρίως, από την ψυχρότητα που εκπέμπει
η εμμονή στη λεπτομέρεια και στην
τελειότητα του κάδρου,και την απόλυτα
τηρούμενη περιοδικότητα στη διασπορά
των ρακόρ (χρωματικών, αντικειμένων,
συμβόλων) σε όλη την ταινία. Ακόμα και
η εκφορά του λόγου των παιδιών είναι
ρομποτική, σα να απαγγέλλουν μία έκθεση
που έχουν υπαγορεύσει οι δάσκαλοί τους,
με τον τρόπο των παιδιών του “Κυνόδοντα”.
Τα ζώα
γίνονται οχήματα για να κουβαλήσουν
στις πλάτες τους τον πόνο των παιδιών,
αλλά τα παιδιά μόλις που αντέχουν να
αισθανθούν ευγνωμοσύνη γι εκείνα. Δεν
υπάρχει εκδίκηση αλλά ισορροπία δυνάμεων.
Οι κύκλοι βίας τέμνονται από μικρά
εγκλήματα. Στον ανταγωνισμό τετραγώνου
και κύκλου, το ψευτοδίλημμα απομακρύνεται:
Οι γωνίες στρογγυλεύονται, παιδιά και
μεγάλοι είναι μία ποιότητα, με την
ανηλικότητα και την ανηλικότητα ως
αναγκαία διαφοροποίηση εδώ να εκλείπει,
όπως θύτες και θύματα είναι μία άλλη
ποιότητα που μπορεί να περιγραφεί
καθολικά με τη λέξη βία. Και το τετράγωνο,
και ο κύκλος γραμμές είναι, που το
ανθρώπινο χέρι τις χαράσσει και τις
διπλώνει όπως θέλει.
Αν ο εντυπωσιασμός που προκαλεί
στο σύνολό της η ταινία είναι κάτι που
θα παραμείνει όταν η πρώτη της επίδραση
στον ψυχισμό κοπάσει είναι κάτι άγνωστο. Το σίγουρο είναι
ότι πρόκειται για μία έντονη εμπειρία
με καλλιτεχνική αρτιότητα που κινείται
στα όρια αριστουργήματος και συναισθηματικού
εντυπωσιασμού και μόνο ο χρόνος θα
αποκαλύψει τον τελικό της αντίκτυπο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου