Ένας παππούς
και μια εγγονή για να ξεφύγουν από τον
πόλεμο καταφεύγουν σε ένα νησί, στην
περιφέρεια του οποίου διαγράφουν έναν
από τους κύκλους που σχηματίζουν τη
σπείρα της ζωής.
O
George Ovashvili δημιουργεί ένα φιλμ σπάνιας
ομορφιάς, που επισημαίνει τη φρίκη του
πολέμου μέσα από εκπληκτικά πλάνα και
αριστουργηματική φωτογραφία, με δύο
πρωταγωνιστές που πλάθουν σχεδόν χωρίς
καθόλου διαλόγους δύο ολοκληρωμένους,
αξέχαστους χαρακτήρες.
Η
βάρκα της ζωής του παππού αυτού του φιλμ
συναντά το τελευταίο της νησί, που
συνοψίζεται στο βλέμμα της αναδυόμενης
έφηβης εγγονής του. Παρακολουθούμε το
χτίσιμο της ζωής τους πάνω σε επισφαλή
θεμέλια, μέσα από την μίνιμαλ αφήγηση
και τα πλάνα που κόβουν την ανάσα. Η
σεκάνς με πρωταγωνίστρια τη βάρκα τους
θα μπορούσε να λάβει μία θέση στην
πινακοθήκη ανάλογων σκηνών, όπως του
Κιμ κι Ντιουκ ή του Αντρέι Ζβιαγκίντσεφ.
Η
κάμερα κινηματογραφεί περισσότερο τις
ψυχές των ανθρώπων παρά τα σώματά τους,
για να φανεί η α-λήθεια τους, παρά τις
πρόσκαιρες υλικές ανησυχίες. Τον
ήλιο τους τον επισκιάζει ο πόλεμος και
η στέγη τους είναι πολύ τραχιά για να
προσφέρει μια αντανάκλαση.
Σε
αυτό το φιλμ η απλότητα και το μεγαλείο
συναντιούνται στη μέση μιας καταιγίδας.
Ο παππούς τυλίγει την εφηβεία της μικρής
κοπέλας σε φύλλα από καλαμπόκι, γνωρίζοντας
ότι θα ανθίσει όταν εκείνος πια δε θα
είναι εκεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου