Η
Jasmine προσγειώνεται
στο σπίτι της αδελφής της, μετά από το
ταξίδι της στο δικό της Λεωφορείο με το
Όνομα “ο Πόθος”. Ξεπεσμένη νεόπλουτη,
απατημένη από τον άντρα της που
αυτοκτόνησε, στη φυλακή, μετά τη σύλληψή
του για οικονομικές εξαπατήσεις προς
πολλές κατευθύνσεις, ακόμα και προς την
ίδια της την αδερφή. Η Jasmine
βρίσκεται στα πρόθυρα
νευρικής κρίσης αλλά παράλληλα διαθέτει
άσβεστη τη φιλοδοξία να μην απαρνηθεί
τον ακριβό τρόπο ζωής της, ακόμα κι αν
χρειαστεί να αλλάξει ταυτότητα -και
όνομα-ξανά και ξανά.
Ο
μόνος πόθος, η μόνη επιθυμία που διακατέχει
την Jasmine, είναι
η ύλη. Οι ανάγκες της έχουν συγχωνευτεί
με τις επιθυμίες της και έχουν υπερχειλίσει
το όριο του εαυτού της.
Η ηρωίδα αδυνατεί να αποδεχτεί το ότι
μέχρι τώρα ήταν απλώς έρμαιο της ύλης
και ότι η επίδρασή της νάρκωσής της στο
ζεστό κρεβάτι της πλασματικής ευημερίας
έχει πλέον διακοπεί. Κι
ο θεατής, αναπόφευκτα, προβάλλει στο
σώμα της Jasmine όλες
τις ξεπεσμένες (ή μήπως όχι ακόμα;)
νεοπλουτίστικες νοοτροπίες των οποίων
τα αποτελέσματα βιώνει καθημερινά.
Οι
κόμποι που συγκρατούν την πλέξη του
φιλμ αφορούν το Όνομα, την έννοια του
Ανθρώπου, την Ύλη σε αντιδιαστολή με το
Πραγματικό, αλλά και τον τρόπο με τον
οποίο η εξάρτηση γίνεται το χρώμα του
νήματος που διατρέχει αυτή την πλέξη.
Τα ρούχα τόσο της Jasmine
όσο
και της μικρότερης αδερφής της, δεν
πλέχτηκαν από μία “αρκετά καλή” μητέρα.
Η μητέρα είχε αρκεστεί να αγοράζει ρούχα
ψυχής έτοιμα, για τη μεγαλύτερη κόρη
και η μικρότερη να φορά τα αποφόρια της.
Και η εξαγορά των ρούχων δε θα μπορούσε
παρά να είναι αναγκαίο να επαναλαμβάνεται
ξανά και ξανά.
Ο
χορός των ονομάτων και η μανία
αυτοπροσδιορισμού που εκδηλώνεται μέσα
από τη συνεχή εναλλαγή τους στοιχειώνουν
την πρωταγωνίστρια, η οποία βλέπει τα
πάντα γύρω της, ακόμα και την αδερφή
της, ως άψυχα αντικείμενα, στα οποία δεν
μπορεί να δώσει όνομα. Όλα βιώνονται σα
να είναι προέκτασή της. Κι αν φαινομενικά
η αδερφή της είναι ανθρώπινη και σάρκινη,
έχοντας πετάξει την επιθυμία των
πανάκριβων ρούχων από πάνω της, επί της
ουσίας φοβάται να τολμήσει το να εκφράσει
επιθυμία και ζει μέσα από την επιθυμία
της αδερφής της. Το
μόνο σημείο επαφής των δύο γυναικών
είναι η ύλη, το πραγματικό. Τα πράγματα
αποτελούν μικρά καθρεφτάκια
- ψηφίδες ενός τεράστιου παραμορφωτικού
καθρέφτη, που καμπυλώνεται σε μία γυάλινη
ασφυκτική μήτρα και τελικά τις πνίγει.
Το
σημαίνον εξάρτηση διατρέχει όλο το
φιλμ, οι γονείς
είναι κλασικά απόντες και αναφέρονται
μόνο ως πηγές διάβρωσης. Κανείς δε
βρέθηκε να ευνουχίσει “αρκετά καλά”
τις δύο αδερφές. Η μία δεν ευνουχίστηκε
ποτέ, ενώ η άλλη δεν πρόλαβε να δει τι
είναι αυτό το οποίο της έχει στερηθεί
από τη γέννησή της. Το να είσαι ένα
εξανθρωπισμένο, ευνουχισμένο υποκείμενο,
εδώ, αντιμετωπίζεται με τρόμο. Πόσοι
συνειρμοί μπορούν να γεννηθούν από αυτή
την αφετηρία, σχετικά με μία πτυχή της
κρίσης, ενός κράτους που δεν “ευνούχισε”
υγιώς τους πολίτες, που δαπανούσαν
χρήματα χωρίς όριο και τώρα αναγκάζονται
να αντικρίσουν την πραγματικότητα.
Η
μόνη προσέγγιση του ανθρώπινου στοιχείου
γίνεται μέσα από τη χρήση της άμυνας
της διανοητικοποίησης, προς την
κατεύθυνση της κλινικής αποστασιοποιημένης
μελέτης του ανθρώπινου είδους. Η Jasmine
θέλει να γίνει ανθρωπολόγος,
όμως είναι πλήρως αποσυνδεδεμένη από
το ο,τι μπορεί να σημαίνει “άνθρωπος”.
Το
παγκάκι που αγκαλιάζει τη Jasmine,
είτε βρίσκεται, όπως
εδώ, στο Σαν Φρανσίσκο, είτε στη Νέα
Υόρκη, έχει χαραγμένη τη λέξη πάνω του
τη λέξη νεύρωση και
κάπου εκεί συνηθίζει να κάθεται και ο
Woody
Allen. Ο
συνήθης ψυχαναλυτής του πάρκου, στον
οποίο ο σκηνοθέτης εμπιστεύεται το
παραλήρημά των χαρακτήρων. Αποκαλύπτεται
η σκληρή, ειρωνική τρυφερότητα με την
οποία ο σκηνοθέτης αγκαλιάζει τους
ήρωές του, προσδίδοντας τους ανθρώπινη
διάσταση με έναν απλό τρόπο: Ενώ είναι
προσκολλημένοι στο πραγματικό, ταυτόχρονα
συμβολοποιούν, εκφέρουν λόγο (έστω και
παρά-λόγο). Το ότι
οι θεατές γίνονται ακροατές της ομιλίας
τους, εξανθρωπίζει τους χαρακτήρες, και
αυτό είναι ο,τι μπορεί να προσφερθεί σε
ένα άτομο που έχει χάσει όσα νόμιζε πως
χρειαζόταν αλλά ποτέ δεν είχε πραγματικά
ανάγκη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου