Παρασκευή 27 Απριλίου 2012

Όσλο: Μια πόλη που με τα όριά της ελευθερώνει





Βασισμένη σε μυθιστόρημα, η διαφανής σαν πάχνη ταινία του δανού μακρινού ανηψιού του Lars, Joachim Trier,  με τον τίτλο της ορίζει το πλαίσιο εξαρχής: Ο,τι πρόκειται να παρακολουθήσουμε έχει συγκεκριμένο χρόνο και τόπο αναφοράς. Σε αντίθεσή με τον ήρωά μας, του οποίου κάθε στιγμή η αυτοτέλεια βρίσκεται σε κίνδυνο.  
Είναι μια σημαντική μέρα για τη ζωή του Άντερς, που φορά να αθλητικά του και κάνει ένα βήμα να περπατήσει και πάλι στην πόλη του νηφάλιος, έχοντας μόλις συνέλθει από τη μακρά πορεία της αποτοξίνωσής του. Η νέα του διαδρομή επιφυλάσσει διάφορους σταθμούς σε πρόσωπα και πράγματα, ευκαιρίες που είναι εξαρχής στοιχειωμένες και πειρασμούς καλά εδραιωμένους.
Σε λίγες ταινίες η αγωνία προφυλάσσεται τόσο προσεκτικά στη σιωπή και η ποίηση στο νατουραλισμό. Η απλότητα είναι σχεδόν επώδυνη, αφού νιώθεις σα να περπατάς μαζί με τον ήρωα και θες να του κρατήσεις το χέρι. Βλέπεις τις άσπρες νιφάδες να σκορπίζουν γύρω του και δεν αποφασίζεις αν γιορτάζουν ή τον ειρωνεύονται. Διακριτικά και αιχμηρά σχολιάζονται διάφορα θέματα γύρω από τη χρήση και το πώς αναπαριστώνται από την οικογένεια, τους φίλους και το ίδιο το άτομο. Η έννοια της οικογένειας αποδομείται προοδευτικά και δοκιμάζονται τα όριά της. Το Όσλο γίνεται η μητέρα που δε εμφανίζεται πουθενά, με όρια και κανόνες, που προς στιγμήν δίνουν ελευθερία και συγχώρεση στον ήρωα. Συμπυκνώνεται παρελθόν, παρόν και μέλλον στο πρόσωπο του πρωταγωνιστή, που ακροβατεί ανάμεσα στη δύναμη και την κατάρρευση.
Το δίλημμα αναπόφευκτο. Από τη μία η σκοτεινή ασφάλεια του ο Άντερς να ξανανιώσει, όπως αγέννητος ακόμα, ενωμένος με μία ουσία. Από την άλλη, να επιλέξει να γίνει απλά ένα αυτόνομο μέρος της πόλης, που τόσο κοντά αισθάνεται και να την αφήσει να ορίζει την αυτοτέλειά του. Με ενορχηστρωμένη από την αρχή ως το τέλος μία ηχηρή κορύφωση, και σε κάθε περίπτωση τελευταίο προορισμό τη λύτρωση.

Πρώτη δημοσίευση: Move it



Παρασκευή 20 Απριλίου 2012

Ο Τελευταίος Πειρασμός πριν ένα τέλος που αγκάλιασε την ατέλεια


Ο «τελευταίος πειρασμός» του Χριστού, ενσαρκώνεται στο μεταφυσικό βλέμμα του Williem Dafoe, και οι πασχαλινές ημέρες χρωματίζονται διαφορετικά κάτω από την επίδρασή του. Ο Χριστός ως οντότητα ξεπερνά τις ανθρωπόμορφες διαστάσεις του και γίνεται φιλοσοφική έννοια, συμπυκνώνοντας ερωτήματα και απαντήσεις αιώνων.
Στον αντίποδα του Robert Powell του Τζεφιρέλι, αγγελικού αλλά μονοδιάστατου, υπάρχει η όμορφη οδύνη ενός παιδιού που αναζητά τον πατέρα του και αμφιβάλλει. Έναν πατέρα στον οποίο γνωρίζει ότι μοιάζει, αλλά ζητά απεγνωσμένα να είναι εκείνου το χέρι που τον κλείνει σε έναν προστατευτικό κύκλο-ορίο και όχι ο ίδιος να τον χαράζει στο χώμα. 





Ο θεϊκός πατέρας γίνεται κάτι άπιαστο, είναι απών, συμπυκνώνει αρσενικό και θηλυκό. Η γυναίκα, πρώτα μητέρα και ύστερα σύντροφος, καταδιώκει και ανακουφίζει ταυτόχρονα. Απούσα ή πανταχού παρούσα, χωρίς ενδιάμεσο. Ο Χριστός αρνείται τη μητέρα του, όπως ο Θωμάς τον ίδιο.
Τα όρια και η αγάπη γίνονται αύρες αμφιβολίας. Το τετέλεσται σημαίνει σύμπτωση των αντιθέτων, Θεός και άνθρωπος. Και η ανάσταση συμβολίζει πως το ενδιάμεσο υπάρχει πραγματικά, όχι μόνο ως απειλητική και ελκυστική ταυτόχρονα μορφή ερμαφρόδιτου αγγέλου, αλλά έχει χαριστεί με έναν τρόπο σε όλους μας.
Ιερόσυλος ή όχι , ο συνειρμός με την τελείωση του Χριστού, που κοιτά ένδοξα προς τα πάνω, αντί να πέφτει με το κεφάλι του κάτω, θυμίζει το θανατηφόρο άλμα προς τα κάτω της Νινα στο Black swan. Εκείνη βίωσε την τελειότητα, που τη σκότωσε γιατί διχοτόμησε «καλό» και «κακό εαυτό». Ο Χριστός, φιλοσοφική μονάδα, ατελής και ανθρώπινος, υβρίδιο, Θεάνθρωπος, θύμισε πως η ατέλεια φέρνει αρμονία κοιτώντας προς τα πάνω, γνωρίζοντας που ασφαλώς υπάρχει κάτι πάνω από εκείνον.
Η φιγούρα του Χριστού βιώνει την ελευθερία του ¨τι θα γινόταν αν…» Αν αντί για τις βολικές διχοτομήσεις που χωρίζουν έλληνες από ξένους, θύτες από θύματα, άντρες από γυναίκες, υπήρχε η πρόσκαιρη ανάσα ενός ενδιάμεσου, μεταβατικού χώρου. Χώρου δοκιμασίας, που προσφέρεται σε σώμα αγγέλου με σκοτεινή προέλευση ως αφορμή για συμφιλίωση με την ανθρώπινη και τη θεϊκή φύση ταυτόχρονα. 
Όπως το σώμα του Dafoe, έγινε, στις δυο ταινίες, τόπος συμφιλίωσης αντιθέτων. Η περσόνα του Dafoe μεταναστεύει στην απέναντι όχθη ως Αντίχριστος, συνεχίζοντας σκοτεινά και ανασκευάζοντας την άποψη πως «μία είναι η γυναίκα με πολλά πρόσωπα». Γίνεται πίνακας ζωγραφικής από τον Lars Von Trier στην τελευταία σκηνή, με τα ζώα να αποτελούν τριγωνοποιητικό μεταβατικό χώρο, απαλλάσσοντας τον ηθοποιό από τη συνεχή πάλη. Κάθε ταινία γίνεται λύση για θέμα, δημιουργούς και ηθοποιούς μαζί…





Ειρωνικά υπογραμμίζεται η ματαιότητα της χριστιανικής τελειότητας. Το έργο του Καζαντζάκη όπως το είδε ο Σκορσέζε δεν προτείνει πώς να πιστεύει κανείς. Απλά αντιδρά στην ουτοπία της τελειότητας. Κάθε θρησκεία δίνει τους κρίκους από τους οποίους μπορεί ο καθένας να κρεμαστεί για να ανυψώσει την ύπαρξή του κάπου διαφορετικά από εκεί που βρίσκεται τώρα. Δίνει την ανακούφιση του θεϊκού νόμου, ότι υπάρχει κάτι άλλο πάνω από εσένα, δε χρειάζεται να τα ελέγχεις όλα. Είσαι ελεύθερος από το καθήκον του να ελέγχεις τα πάντα για όσο ζεις. Είσαι ελεύθερος να είσαι ατελής.

Διαβάσατε περισσότερο